6.12.10

Κίτρινες μαργαρίτες.

Αφουγκραζόμενος και μόνο τον ήχο από το μπαστούνι του καθώς περπατούσε στο πλακόστρωτο δρομάκι, μπορούσε κανείς εύκολα να αντιληφθεί το βάρος που κουβαλούσε στην ψυχή του. Φορές φορές εκμεταλλευόταν τη σκιά από τα κυπαρίσσια για να ξαποστάσει. Πάνε τώρα τρεις μέρες που επαναλαμβάνει την ίδια διαδρομή. Ξυπνάει νωρίς το πρωί, ψήνει τον καφέ του στο τζάκι, ποτίζει τα λουλούδια της αυλής και έπειτα παίρνει το δρόμο για το νεκροταφείο με ένα μπουκέτο από τις αγαπημένες της μαργαρίτες. Ο γιός του, ξενιτεμένος εδώ και χρόνια, κατάφερε να παρευρεθεί μόνο στην κηδεία. Το ίδιο κιόλας βράδυ έπρεπε να προλάβει την τελευταία πτήση για Αμβούργο. Τα Χριστούγεννα θα ξαναϊδωθούν. «Κάνε κουράγιο πατέρα, στις γιορτές θα δεις και τα εγγονάκια σου», είπε και τον αγκάλιασε.
Το σπίτι ερήμωσε απότομα. Η απουσία της γυναίκας του τον έκανε να συνειδητοποιήσει ότι και το χωριό είχε ερημώσει. Πόσες πόρτες ήταν πια κλεισμένες με λουκέτο; Πόσοι κήποι είχαν μαραζώσει; Αλλά και πόσες ψυχές; Οι νέοι έφυγαν για τις πόλεις, πάνε χρόνια πια, και οι ηλικιωμένοι έχουν για μόνη συντροφιά ο ένας τον άλλον και τις γάτες στις γειτονιές.
Άλλαξαν όλα σε μια μέρα, έτσι απότομα. Ούτε εβδομάδα δεν είναι που τον κυνηγούσε να πάρει τα χάπια του, να μην κάθεται με τις ώρες στον ήλιο, ή να πίνει πολύ νερό. Εκείνη του έμοιαζε τόσο δυνατή, δεν περίμενε ποτέ να του πάθει τίποτα, όχι πριν απ’ αυτόν. Και τώρα εκτός από την έλλειψη της φυσικής της παρουσίας και της φωνής της, που μοιάζει να αποστείρωσε κάθε γωνιά του σπιτιού, τίποτα δεν είναι το ίδιο. Συνήθειες που δύσκολα αποβάλλονται. Μισή δόση καφές, μισή δόση ζάχαρη. Ένα φλιτζάνι, ίσως τώρα να χρειάζεται και ένα μικρότερο μπρίκι. Ένα ζευγάρι παντόφλες μπροστά από το κρεβάτι, ένα πιάτο και μια καρέκλα στο τραπέζι. Αλλά και μια και δυο και τρεις φωτογραφίες της πάνω στο τζάκι. Το σάλι της σκεπάζει ακόμα την κουνιστή πολυθρόνα, εκεί περνούσε τα απογεύματά της πλέκοντας. Ο παππούς περνάει από δίπλα σήμερα και της δίνει ένα σπρώξιμο, έτσι για να ακούσει το τρίξιμο. Γυρίζει την πλάτη και την φαντάζεται εκεί. Εξετάζει κάθε γωνιά του σπιτιού, αγγίζει ξανά τα αντικείμενα σαν να είναι η πρώτη φορά, φέρνοντας στο νου του την πιο έντονη ανάμνησή του μαζί της.
Όλα έχουν χάσει πια τη μαγεία τους, λες και σκεπάστηκαν από στάχτη. Μόνο τα λουλούδια του κήπου διατήρησαν το χρώμα τους και περισσότερο οι κίτρινες μαργαρίτες που αγαπούσε. Τρεις μέρες τώρα τις φροντίζει σαν παιδιά του, μήπως έτσι ξορκίσει τον πόνο και τη μοναξιά..

3 σχόλια:

  1. εισαι μεγαλο ταλεντο! για χαρη σου θα αφησω τους pink floyd και θα διαβαζω αυτα που γραφεις!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. επρεπε να το διαβασω πρωι πρωι κ να συγκινηθω;;; συνεχισε ετσι! ''παρακατω''......

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ευαγγελία Κ.6/1/11 22:12

    υπέροχο...συγκινητικό...πρωτοχρονιά πέθανε ο νονός μου 80 χρονών και η νονά έμεινε μόνη στο σπίτι...κάπως έτσι πρέπει να αισθάνεται..όταν το διάβασα σκεφτόμουν εκείνους...

    ΑπάντησηΔιαγραφή